Σελίδες

Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 2 Μαΐου 2013

Ο Αλέξανδρος Μεϊκόπουλος στον Ξενώνα Προσφύγων «ΑΡΣΙΣ»

Βόλος, 30 Απριλίου 2013
Δελτίο Τύπου
Ο Αλέξανδρος Μεϊκόπουλος στον Ξενώνα Προσφύγων «ΑΡΣΙΣ»
Την Τρίτη 30 Απριλίου ο βουλευτής Μαγνησίας του ΣΥΡΙΖΑ/ΕΚΜ Αλέξανδρος Μεϊκόπουλος επισκέφτηκε τον Ξενώνα Ασυνόδευτων Παιδιών Αλλοδαπών – Προσφύγων «ΑΡΣΙΣ» στη Μακρινίτσα.
Αφορμή για τη συγκεκριμένη επίσκεψη αποτέλεσε το γεγονός ότι το πρόγραμμα χρηματοδότησης στο οποίο υπάγεται ο συγκεκριμένος ξενώνας αλλά και όλες οι δομές της «ΑΡΣΙΣ» δεν προκηρύχθηκε ακόμη, πράγμα που θα έπρεπε να έχει ήδη γίνει από την 1η Απριλίου. Η συγκεκριμένη δομή υποστήριξης ανηλίκων συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο (75%) και από το Ελληνικό Κράτος (25%).
Παρόλα αυτά οι δομές της ΑΡΣΙΣ, ανάμεσα στις οποίες και ο Ξενώνας της Μακρινίτσας, αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα που έχουν ξεκινούν από το 2010, αφού ακόμη και σήμερα το κράτος δεν έχει ολοκληρώσει τις υποχρεώσεις του, έχοντας οφειλές. Αυτή η κατάσταση σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το πρόγραμμα του 2013 βρίσκεται «στον αέρα» έχουν οδηγήσει διάφορες δομές στα πρόθυρα κλεισίματος, ενώ μερικές έχουν ήδη αναστείλει τη διαδικασία ένταξης νέων προσφύγων.
Ο Αλέξανδρος Μεϊκόπουλος αφού μίλησε με τους εργαζόμενους και τα φιλοξενούμενα παιδιά και ξεναγήθηκε στο χώρο δήλωσε σχετικά:
Αποτελεί τουλάχιστον ντροπή δομές σαν αυτή του Ξενώνα Ανηλίκων στη Μακρινίτσα να κινδυνεύουν να κλείσουν επειδή το αρμόδιο Υπουργείο αδιαφορεί και δεν ολοκληρώνει τις διαδικασίες για την εκταμίευση των χρηματοδοτήσεών του. Η εξαιρετική δουλειά των εργαζομένων, οι οποίοι παραμένουν απλήρωτοι εδώ και δέκα μήνες, φαίνεται στην ποιότητα των εγκαταστάσεων μα πάνω από όλα στο βλέμμα και το χαμόγελο των φιλοξενούμενων παιδιών.
Παιδιά τα οποία φυγαδεύτηκαν από τις χώρες τους χωρίς την οικογένειά τους, κυνηγημένα από πολεμικά ή απολυταρχικά καθεστώτα. Η κοινωνία μας δέχεται αυτά τα παιδιά αλλά η πολιτεία αδιαφορεί πλήρως. Είναι διατεθειμένη να βρεθούν τα 30 περίπου αυτά παιδιά στο δρόμο και οι απλήρωτοι αλλά επίμονοι εργαζόμενοι του Ξενώνα χωρίς δουλειά, προκειμένου να χρησιμοποιήσει τέτοιου τύπου προγράμματα για να παρουσιάσει ένα επίπλαστο πρωτογενές πλεόνασμα.
Είναι καθήκον όλων μας να συμβάλλουμε ώστε να παραμείνει ο Ξενώνας της ΑΡΣΙΣ. Και όχι απλώς να παραμείνει αλλά να ενισχυθεί και να συνδεθεί και με άλλες μορφές και δομές αλληλεγγύης. Άλλωστε πάντα στους δύσκολους καιρούς, ο λαός μας στηριζόταν στην κοινωνική αλληλεγγύη για να ξεπεράσει σκοπέλους σαν αυτούς που βιώνουν καθημερινά Έλληνες και πρόσφυγες στην Ελλάδα των μνημονίων και της ανθρωπιστικής κρίσης.
Το Γραφείο Τύπου

Ένταση με αφορμή τα «συσσίτια μίσους»

Επεισόδια μεταξύ μελών της Χρυσής Αυγής και των ΜΑΤ, σημειώθηκαν στον σταθμό Λαρίσης, όπου είχαν μεταβεί τα μέλη του ακροδεξιού κόμματος, μετά τα πρωινά επεισόδια στο Σύνταγμα.

Τα μέλη της Χρυσής Αυγής, αποφάσισαν να μοιράσουν τα τρόφιμα σε Ελληνες, όπως είχαν προγραμματίσει, στα παλιά γραφεία τους, τα οποία βρίσκονται απέναντι από το παλιό Φρουραρχείο, που είναι σήμερα κοινωνική υπηρεσία του δήμου, όπου συγκεντρώνονται τρόφιμα, ρούχα και άλλα αγαθά για άστεγους.

Σύμφωνα με πληροφορίες, όταν πήγε στο σημείο ο δήμαρχος Γ. Καμίνης, για να ανταλλάξει ευχές με το προσωπικό και άτομα που υπήρχαν εκεί, περίπου 40 άτομα από τη Χρυσή Αυγή, κινήθηκαν απειλητικά προς το κτίριο του δήμου, αλλά τους εμπόδισαν οι δυνάμεις των ΜΑΤ που ήταν εκεί. Σύμφωνα με όσα έγιναν γνωστά από την αστυνομία, ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής Γ. Γερμενής, κάνοντας χρήση της βουλευτικής του ιδιότητας πέρασε από το μπλόκο της αστυνομίας και μπήκε στο κτίριο του δήμου, όπου επιτέθηκε λεκτικά στον δήμαρχο Αθηναίων. Στη συνέχεια, ο βουλευτής αποχώρησε.

Μέχρι στιγμής, δεν έχει γίνει γνωστό αν έγιναν προσαγωγές από τον τόπο των επεισοδίων, ενώ η κατάσταση αυτή τη στιγμή στην περιοχή είναι ήρεμη.

ΑΜΠΕ

Ο ΣΥΡΙΖΑ για την φιέστα μίσους της Χρυσής Αυγής και τους τραμπουκισμούς βουλευτή της

Σχόλιο του Γραφείου Τύπου για τη φιέστα μίσους της Χ.Α και τους τραμπουκισμούς βουλευτή της.
Η επίθεση του οπλοφόρου Χρυσαυγίτη βουλευτή Καιάδα στο δήμαρχο Αθηναίων Γιώργο Καμίνη, που είχε τελικά θύμα ένα δωδεκάχρονο κορίτσι, δεν αποδεικνύει μόνο ότι η Χρυσή Αυγή είναι εγκληματική οργάνωση που εμπίπτει στις διατάξεις του κοινού ποινικού Δικαίου. Εξίσου, αποτελεί απόδειξη ότι οι Χρυσαυγίτες αποθρασύνονται από την ασυλία με την οποία τους περιβάλλουν οι Αρχές.

Η ενέργεια του Δήμου Αθηναίων να απαγορεύσει τη φιέστα φυλετικού μίσους και εκμετάλλευσης του ανθρώπινου πόνου ήταν επιβεβλημένη, αλλά θα έχει πραγματικό αποτέλεσμα σε βάθος χρόνου μόνο αν συνιστά έκφραση ενός πολιτικού σχεδίου που θα αντιμετωπίζει αποφασιστικά την άνοδο του ναζισμού. Αποσπασματικές ενέργειες επικοινωνιακού χαρακτήρα δεν μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα. 

Από εκεί και πέρα, η δήλωση του δημάρχου ότι θα απαγορεύσει τα συσσίτια "από οποιονδήποτε σε οποιονδήποτε" στην Πλατεία Συντάγματος δείχνει ότι η δημοτική Αρχή θεωρεί μεγαλύτερο πρόβλημα την ανάδειξη της πρωτοφανούς φτώχειας που πνίγει την Αθήνα και όχι αυτό καθ 'αυτό το γεγονός ότι λόγω Μνημονίου χιλιάδες πολίτες έχουν μεγάλη δυσκολία στο να εξασφαλίζουν ακόμα και την καθημερινή διατροφή τους. Ιδιαίτερα σήμερα προβάλλεται η ανάγκη της αλληλεγγύης "από όλους σε όλους" και αυτό θα έπρεπε να στηρίζεται και από τη δημοτική αρχή.


2/5/2013
ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ

Πρωτομαγιά του 13: Δυστυχώς χάνουμε

Πέρασα την Πρωτομαγιά τόσο πολύ ...ηττημένος, κάνονταςμόνον μυστικά όνειρα για μιάν …Επανάσταση (μην γελάτε) που τελικά θα ξέσκιζε τις τρικομματικές μαριονέτες και κυρίως που θα λιάνιζε την αστυνομική τρομοκρατία...
Γιατί προηγούμενα Ένοιωσασαν εξορισμένος σε άλλον πλανήτη, βλέποντας όλην αυτήν την κοινωνική γελοιογραφία των καταναλωτών και των φοβισμένων συναλλασσομένων που κάνανε ουρές στις τράπεζες ΤΕΤΟΙΑ μέρα.
Γιατί προηγούμενα Ένοιωσα μανία για τους ξευτίλες που θέλοντας να μας κάνουν κι εμάς ξεφτηλες σαν τις μούρες τους μετέτρεψαν την 1η Μάη (με κείνα και με τούτα) σε μιά μέρα πιο καθημερημή κι από τις καθημερινές...
Γιατί προηγούμενα Ένοιωσα άφατο μίσος για των ΜΑΤατζή που καύλωνε κάτω από τη σκιά της νερατζιάς σιμά στον Άγνωστο και που πρόσφατα δια των εκπροσώπων του (Ένωση Αστυνομικών Υπαλλήλων Αττικής) δήλωνε ότι δεν γουστάρει να τον φωτογραφίζουν άνευ αδείας ή ότι οι φωτογράφοι των ΜΜΕ είναι ίσοι με τους άλλους έλληνες και θα τρώνε βρωμόξυλο όπως όλοι οι άλλοι – δημοκρατία έχουμε…

Αυτά…

Για ένα ποτήρι γάλα

«Δεν έχω περπατήσει την Αθήνα» λέει διστακτικά η 37χρονη Χάτιρα από την Καμπούλ. «Μέχρι το Πεδίον του Άρεως έχω πάει, κι αυτό μέχρι τη μέση. Στην αρχή δεν φοβόμουν πολύ, απλώς νόμιζα ότι θα χαθώ. Τώρα τρέμω να βγω έξω» προσθέτει, στρέφοντας το βλέμμα στα πρόσωπα των παιδιών της. Μόνο τα τρία βρίσκονται μαζί της. Ο μεγαλύτερος γιος της, στα 15 του, έχει χαθεί στο δρόμο για τη Σουηδία. Η Χάτιρα έχει να του μιλήσει μήνες, απ’ όταν έφυγε οδικώς να κυνηγήσει τα όνειρά του σε μια άλλη «γη της επαγγελίας».
Αυτά τα όνειρα ήταν που οδήγησαν την οικογένεια ως εδώ. Κυρίως, η ελπίδα για εκπαίδευση των παιδιών, για το κλειδί σε μια καλύτερη ζωή. «Εγώ όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω αστυνομικός!» λέει ο μικρότερος γιος της Χάτιρα. «Εγώ γιατρός», «κι εγώ πολιτικός επιστήμονας», προσθέτουν οι δύο κόρες της. Ωστόσο οι πόρτες του σχολείου προς το παρόν είναι κλειστές μπροστά τους. Όπως κι αυτές της αξιοπρεπούς διαβίωσης ή ακόμη και της επαρκούς τροφής. Ο ρατσισμός, αντίθετα, ήταν ο πρώτος που τους υποδέχθηκε, όταν τελείωσε το μακρύ ταξίδι τους προς την ελληνική πρωτεύουσα.
Η Χάτιρα παντρεύτηκε στην Καμπούλ πριν από 17 χρόνια. Ο άντρας της ήταν μακρινός συγγενής της και δεν τον είχε ξανασυναντήσει. Τον δέχτηκε ύστερα από πίεση, τη δεύτερη φορά που ήρθε για το προξενιό. «Ήθελα να πάω σχολείο, όπως και οι δύο αδερφές μου. Όμως ο πατέρας μου δεν ήταν σε καλή οικονομική κατάσταση. Με τη δουλειά του, απλώς κάλυπτε τα έξοδα του σπιτιού. Γι’ αυτό και, όταν μεγαλώσαμε, μας πάντρεψε» διηγείται. «Τουλάχιστον, με τον άντρα μου συνεννοούμασταν, δεν τσακωνόμασταν ποτέ. Μετακομίσαμε στην Τεχεράνη, όπου εκείνος δούλευε ως μικροπωλητής. Για τον εαυτό μας, δεν είχαμε πολύ μεγάλες βλέψεις. Όμως δεν θέλαμε τα παιδιά μας να καταλήξουν σαν κι εμάς –αμόρφωτα και χωρίς μέλλον. Στο Ιράν δεν είχαμε κάποιο καθεστώς για να μπορέσουμε να μείνουμε παραπάνω. Γι’ αυτό κι αποφασίσαμε να έρθουμε εδώ, τρεις οικογένειες μαζί, εγώ και οι αδερφές μου».
Άντρες, γυναίκες και παιδιά διέσχισαν με τα πόδια τα βουνά που χωρίζουν το Ιράν από την Τουρκία. Κατέληξαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου επί ένα μήνα έψαχναν, αλλά δεν έβρισκαν πουθενά δουλειά. Με τις αποταμιεύσεις τους, αγόρασαν μια θέση σε ένα φουσκωτό, που θα τους έφερνε μέσω θαλάσσης στην Ελλάδα. Λίγες ώρες μετά την έναρξη του ταξιδιού, κατέληξαν σε μια άγνωστη περιοχή στην «από εδώ» πλευρά των συνόρων. «Αρχίσαμε να περπατάμε χωρίς να ξέρουμε πού είμαστε χωρίς νερό και φαγητό, μέχρις ότου πέσαμε κάτω, μουδιασμένοι από την κούραση. Μαζί μας είχαμε έντεκα παιδιά. Μας είχε πάρει ο ύπνος στο χώμα, όταν μας εντόπισε η αστυνομία. Μας έδωσαν ψωμί, νερό και στεγνά ρούχα και, λίγες μέρες αργότερα, ένα χαρτί απέλασης, δείχνοντάς μας το δρόμο για το πλοίο προς την πρωτεύουσα».

«Όταν αποβιβαστήκαμε στην Αθήνα, πήραμε το λεωφορείο και μετά το τρένο. Μας είχαν πει να πάμε σε κάποιο πάρκο, αλλά δεν θυμόμασταν ποιο ήταν και καταλήξαμε στην πλατεία Αττικής. Μόλις φτάσαμε, είδαμε τα παγκάκια. Πεινασμένοι και κουρασμένοι, όπως ήμασταν, κάτσαμε να ξαποστάσουμε. Οι άντρες έφυγαν για να πάρουν τηλέφωνο ένα συγγενή που ζούσε ήδη εδώ, κι έτσι μείναμε μόνες με τα παιδιά» συμπληρώνει η Χάτιρα. «Τότε ήταν που μας επιτέθηκαν. Τέσσερις γυναίκες με τρεις σκύλους. Ήρθαν πρώτα σε εμένα και τα παιδιά μου και μας έσπρωξαν. Μετά πήγαν στις αδερφές μου, άρχισαν να τις χτυπούν, πήραν τις τσάντες τους και τις πέταξαν κάτω. Χτυπούσαν κι έσπρωχναν ακόμη και τα παιδιά! Και, όταν ήρθε ο γαμπρός μου, που μιλούσε σπαστά αγγλικά, να τις ρωτήσει γιατί μας φέρονται έτσι, επιτέθηκαν και σε εκείνον».
«Αυτός που μας γλίτωσε ήταν ο μεγάλος ανιψιός μου. Εκεί που μας χτυπούσαν, έκανε μια χειρονομία σαν να λέει “είστε τρελοί;”, κι αμέσως άρχισαν να τον κυνηγούν. Τότε, μαζέψαμε γρήγορα τα πράγματά μας και ξεκινήσαμε να τρέχουμε. Πήγαμε προς το σταθμό τρέχοντας, βρήκαμε το συγγενή μας, μας πρόλαβε κι ο ανιψιός μου και φύγαμε όλοι μαζί».
«Από τότε, η οικογένειά μας έχει διαλυθεί» προσθέτει η γυναίκα με λυγμό. «Η μία αδερφή μου με το σύζυγο και τα παιδιά της πήραν την απόφαση να ξαναγυρίσουν στο Αφγανιστάν, μέσω του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης. Ο άντρας μου κρατείται. Ο μεγάλος μου γιος συνελήφθη, επειδή πουλούσε αναπτήρες στα φανάρια και, όταν βγήκε, αποφάσισε να φύγει για τη Σουηδία. Τώρα δεν ξέρω πια πού βρίσκεται».
«Για να φάμε, ο άντρας μου μάζευε μέταλλα, τα οποία πουλούσε για 3-4 ευρώ τη μέρα. Τώρα, ο γαμπρός μου μας φέρνει φαγητό από τα συσσίτια, όμως το ενοίκιο παραμένει πρόβλημα. Πριν από λίγες εβδομάδες, είχα μαζέψει κάποια πράγματα από τα σκουπίδια και τα πούλησα σε ένα παζάρι. Προσπάθησα κι εγώ να πάω για μέταλλα και είναι πολύ δύσκολο. Όμως, το μόνο που με απασχολεί είναι τα παιδιά. Δεν ξέρουν σε τι κατάσταση βρίσκομαι οικονομικά. Ζητούν ό,τι θέλουν, είτε γάλα είτε παπούτσια είτε κάτι άλλο, τα οποία δεν μπορώ να τους προσφέρω. Αν ο σύζυγος μου ήταν ελεύθερος, θα μπορούσε τουλάχιστον να τους δώσει ένα ποτήρι γάλα…».
*Η επίθεση εναντίον της οικογένειας, που σημειώθηκε το φθινόπωρο του 2012, καταγράφηκε από το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας.